Η Αγιά-Μαρίνα, είναι το πανηγύρι του χωριού μας, του Παραδεισίου. Γιορτάζει στις 17 Ιουλίου. Θα σας περιγράψω με… λίγα λόγια, τί σήμαινε για εμάς τους Παραδεισιώτες…Όσο μπορώ …ολιγόλογα και… αντικειμενικά !
Ο χρόνος στο Παραδείσι, ανέκαθεν χωριζόταν και προσδιοριζόταν, με βάση την χάρη της. Κάτι σαν “προ Χριστού – μετά Χριστόν”, ένα πράγμα:«Μπρος ‘που της Αγιάς Μαρίνας»,«Πάνω στης Αγιάς Μαρίνας», «Ύστερα ‘που της Αγιάς Μαρίνας»: -«Πότε το φυτεύγκουν αυτόν ντο κηππουρικό;» -«Κειά μπρός-πίσω της Αγιάς-Μαρίνας !»-«Πότε ήταν που γένην τοτεσδά, κεινηδά η φασαρία;» -«Ήταν κειά κοντά της Αγιάς Μαρίνας !»-«Πότε ‘α πάμεν ταξίδι ;»-«Ε, ‘α περάσει πρώτα της Αγιάς-Μαρίνας».
Κάθε καλό και γιορτινό, γινόταν ενόψει της Αγιάς-Μαρίνας:-«Μπρέπει ‘α ‘σπρίσουμεν το σπίτιν, γιατί έρκεται της Αγιάς Μαρίνας!»-«Τη φούσταν ‘α την εγκηννιάξεις της Αγιάς- Μαρίνας!»-«Γιατί, της Αγιάς-Μαρίνας είναιν, και ‘α πάρεις καινούργκια παπούτσια;»
3)Ενόψει της Αγιάς-Μαρίνας, αποφεύγουμε κάθε κακό και άσχημο γεγονός:-«Μάνα κούρεμαν που πήεν κι έκαμεν το άτιμον το παιδίν, πάνω στης Αγιάς-Μαρίνας!»-«‘Ε θθα με φήκεις τη δουλγκειά μισοτελειωμένη, πάνω στης Αγιάς-Μαρίνας!»
Ο κορμός!… Ο κορμός, το σήμα κατατεθέν, το κατ’ εξοχήν γιορτινό γλυκό: γινόταν μόνο της Αγιάς-Μαρίνας, σε βαθμό που να προκαλεί απορία, αν κάποια νοικοκυρά το έφτιαχνε σε κάποια άλλη χρονική στιγμή :-«Της Αγιάς-Μαρίνας είναιν, κι εκάμετε κορμό;»
5) Το σπουδαιότερο : Αδιανόητο, απόλυτα αδιανόητο, για κάθε Παραδεισιώτη, να γιορτάζει η Αγιά-Μαρίνα, και ΑΥΤΟΣ(!) να λείπει από το Παραδείσι !- Οι ξενιτεμένοι, τα παλιά χρόνια, ονειρεύονταν να είναι εδώ στην χάρη της, να χορέψουν στην αυλή της… «Να κολλτούν στα παιχνίδγκια» (=να ρίχνουν χρήματα στα όργανα) και να χορεύουν, να χορεύουν και να κερνούν συγγενείς και φίλους, ωσότου να βγάλουν από μέσα τους, όλη την πίκρα της ξενιτιάς…- Όσοι κάναμε φοιτητές, κάναμε τα αδύνατα-δυνατά, 16 του Ιουλίου, την παραμονή, να είμαστε εδώ, ό,τι κι αν γινόταν…Ειδάλλως, κλάμα κι οδυρμός, στα «ξένα μέρη»!.
Την Παραμονή το βράδυ, αμέσως μετά τον Εσπερινό, κάθιζαν στον χορό, στην αυλή της εκκλησίας, μόνον οι επισκέπτες, οι «παραχωρενοί»! Ούτε ένας Παραδεισιώτης δεν εδιανοείτο να χορέψει την παραμονή: απόλυτη προτεραιότητα στους «γιαρένηδες»!
Ανήμερα, την βραδιά της χάρης της, όλοι οι οικογενειάρχες του χωριού μας, έσπευδαν να πιάσουν τραπέζι στον χορό, στην αυλή της εκκλησίας και να χορέψουν με τα καλά τους, όλους τους χορούς, παραδοσιακούς και ευρωπαικούς…Αρχιγλεντζέδες οι Παραδεισιώτες, από τα χρόνια της Βιλλανόβας, ήξεραν όλους τους χορούς, – ντόπιους και «ευρωπαικούς» -, που τους μάθαιναν στον Κουφά, το μοναδικό κέντρο διασκέδασης, όλης της δυτικής Ρόδου, από τα τέλη του 19ου αιώνα ακόμη! Το αποκορύφωμα του καλοκαιριού για κάθε Παραδεισιώτη, είναι της Αγιάς Μαρίνας! Από κει κι ύστερα,… λογικά (;!),…μπαίνουμε πια σιγά-σιγά στο… φθινόπωρο… Αυτόν τον απόλυτα φυσιολογικό διαχωρισμό του χρόνου που πολύ σωστά εφαρμόζουμε εμείς οι Παραδεισιώτες, αδυνατούν να τον αντιληφθούν τα άλλα χωριά, όπως για παράδειγμα οι Κρεμμαστενοί, που για να μας «κο’ι’νάρουν» (=κοροιδέψουν) λένε ότι :-«‘Αμμαν περάσει της Αγιάς Μαρίνας, οι Παραδεισκιώτες… βάλλουν τα παρτά τους !»Η Αγία Μαρίνα κι εγώ…1) Γεννήθηκα, στα παππογονικά των Γιαννίκηδων, δίπλα στην Αγιά Μαρίνα, εδώ, όπου γεννήθηκε και η μάνα μου Άννα Γιαννίκη και ο πάππους μου Στέργος Γιαννίκης, και ο προπάππους μου Θοδωρής Γιαννίκης…Εδώ, όπου γέννησα και εγώ τα δύο παιδιά μου…2) Κάθε μέλος της οικογένειάς μας, αυτήν αντικρίζει, από την στιγμή που αντικρίζει το φως της ζωής…- Αυτήν ευχαριστούμε για κάθε καλό, σ’ αυτήν προστρέχουμε στον πόνο μας κι αυτήν παρακαλούμε σε όλα μας τα δύσκολα…Είναι για εμάς, κάτι σαν Αγαπημένη Ξαδέρφη, κάτι σαν Καλή Γειτόνισσα κι ό,τι άλλο καλό και ωραίο έχει ο καθένας για στήριγμα…3) Κάθε πρωί που ξυπνώ, η πρώτη εικόνα που αντικρίζω από το παράθυρό μου, είναι η αγαπημένη εκκλησούλα της Αγιάς Μαρίνας μου… Μόλις δω τον κάτασπρο, μαρμάρινο σταυρό πάνω στο πέτρινο καμπαναριό της, λέω: -«Εντάξει, ο Κόσμος είναι στην θέση του!…Όλα καλά!Κι αν δεν είναι καλά, θα γίνουν με την χάρη της!»4) Δυό-τρεις ημέρες πριν το «παναύρι», κατέφθαναν στην εκκλησία με ένα πλατύ χαμόγελο ικανοποίησης, – όπως ο άνθρωπος που κάνει το καθήκον του – οι νοικοκυρές, με τους ασπρισμένους με ασβέστη «καζοτενεκκέδες» φορτωμένους στον «νώμο ντους», με τους πανέμορφους βασιλικούς, που τους αράδιαζαν πάνω στην πεζούλα της εκκλησίας, αφιέρωμα στην Αγαπημένη μας Αγία, να ευωδιάζει στην χάρη της και μετά την λειτουργία, να πάρει ο κάθε προσκυνητής κι από ένα κλαδάκι, να το βάλει στα «κονίσματα», για να το χρησιμοποιεί στο «κάπνισμα» των εικόνων ! Τις καμάρωνα, – μερακλούδες, καλονοικοκυρές Παραδεισιώτισσες -, που φρόντιζαν να «μπρεπίζουν» την Αγία μας, αλλά, και να «ξαννοίει» (=προσπαθεί) η καθεμιά, να βάλει πιο κοντά στην πόρτα της Εκκλησίας τον δικό της βασιλικό, για να «δείχνει», πού ‘ταν ο πιο φουντωτός και «δροσολοισμένος»!5) Η πιο μαγική διαδικασία της προετοιμασίας του πανηγυριού για μας τα παιδιά, ήταν το στήσιμο των λοτταριών μέσα στην αυλή του Σχολείου, που το παρακολουθούσαμε με αγωνία, σε όλες τις φάσεις του, χωρίς να χάνουμε, ούτε μία κίνηση των λοτταριάδων. Ειδικά, όταν πια άρχιζαν οι λιγοστοί -τότε- «λοτταριάδες», να στολίζουν την πραμάτεια τους πάνω στον πάγκο:πρώτα-πρώτα, τα μεταλλικά «σπορδακλουδάκια» (βατραχάκια), προσιτά για όλα τα βαλάντια, που τα αγόραζε όλη η μικρολογιά και τρέχοντας πάνω-κάτω, «ξεβουριέναμε» τον κόσμο με τον «σαματτά» που έκανε το έλασμά τους !6) Η άλλη μαγική στιγμή, ήταν ανήμερα στην χάρη της: όσο κι αν ήταν το ξενύχτι της προηγούμενης νύχτας, σηκωνόμασταν άρον-άρον, να ετοιμαστούμε για την λιτανεία της εικόνας της Αγίας Μαρίνας μέσα στον κεντρικό δρόμο του χωριού. Προπορευόταν ένα θέαμα μοναδικό και φαντασμαγορικό, για εμάς τα χωριατόπαιδα, που το βλέπαμε μόνο σε αυτήν την περίσταση: ερχόταν από την «Χώρα», η «μπάντα του Διαγόρα», με όλα τα μουσικά όργανα και με τις φανταχτερές στολές! Πού να χορτάσεις να βλέπεις όλα εκείνα τα πνευστά και τα κρουστά λογιών-λογιών! Τί να πρωτοθαυμάσεις; Τον προπορευόμενο μαέστρο με το μπαστούνι του, που έδινε τον ρυθμό με κινήσεις μαγικές; Το ρυθμικό, συρτό βήμα όλης της μπάντας; Τις στολές με τα έντονα, κόκκινα και μαύρα χρώματα και τα σιρίτια; Μαγεία!
Κι ακολουθούσαν τα παπαδάκια με τα εξαπτέρυγα. Κι ύστερα, οι άντρες με τα μεγάλα λάβαρα, μπροστά από την εικόνα της Αγίας Μαρίνας! Εκεί, ανάμεσα σε αυτούς, καμάρωνα κι εγώ τον πατέρα μου! Ήταν πάντα εκεί! Αδιανόητο να γίνει η λιτανεία και να μην εκτελέσει το τιμητικό καθήκον του, να σηκώσει με καμάρι, με συγκίνηση ανάκατη με χαρά, το λάβαρο της Αγαπημένης μας Γειτόνισσας!
Σε ένα κατ’ εξοχήν αγροτικό χωριό όπως ήταν τότε το Παραδείσι, πριν την κατασκευή του αεροδρομίου, η μία και μοναδική ημέρα ολόκληρου του καλοκαιριού που δικαιούμασταν μικροί-μεγάλοι να μην πάμε στο χωράφι, ήταν της Αγιάς Μαρίνας, γενική αργία όλου του χωριού…Αυτό, εδραίωσε μέσα μου την ακλόνητη πεποίθηση, ότι η 17η Ιουλίου, ήταν λογικά, αργία για όλον τον Κόσμο… Αντιλαμβάνεσθε, ότι υπήρξε για μένα… πολιτισμικό σοκ, όταν για πρώτη φορά, ενήλικη πια (!), συνειδητοποίησα ότι παραόξω από το Παραδείσι, δεν την είχαν για αργία της Αγιάς Μαρίνας…- «Τί!; Δεν γιορτάζουν τέτοια μέρα!; Μνήσθητί μου Κύριε!!!»
Από νώρίς-νωρίς την παραμονή λοιπόν, έβαζα τα «καλά» μου, αμέσως ύστερα έβγαζα και την «ξύλενη αναπαυτικιά με το ριγέ καραβόπαννο» στην αυλή του σπιτιού μας,(η μόνη μέρα που την χρησιμοποιούσαμε στην οικογένειά μας), και ανυπόμονη, «εμπρόβελλα κι εξαναμπρόβελλα» αμέτρητες φορές, να βλέπω μέσα-όξω τον κεντρικό δρόμο του χωριού, για να δω αν άρχισε να μαζεύεται ο Κόσμος, οι «Παναϋριτζήδες», λες και με όλο αυτό το έμπα-έβγα και το βλέπε μέσα – βλέπε όξω που έκανα, θα μαζευόντουσαν ενωρίτερα!
Την παραμονή, όλο το χωριό πλημμύριζε από τον κόσμο, τους “πανα’υ’ριτζήδες” που κατέφθαναν από την “Χώρα” και από όλα τα χωριά, με τις “κορριέρες” (=λεωφορεία) και με τα φορτηγά και η αυλή μας γέμιζε από τους συγγενείς και τους γιαρένηδες (=φίλοι-φιλοξενούμενοι από άλλα χωριά), που ερχόταν να απολαύσουν από την υπερυψωμένη αυλή μας με την προνομιακή θέση μπροστά στην αυλή του Σχολείου και της Αγίας Μαρίνας, τον κόσμο που πηγαινοερχόταν μέσα στον κεντρικό δρόμο, τον Δεσπότη που θα κατέφθανε από την πόλη της Ρόδου με την συνοδεία του, την καμπάνα της εκκλησίας που σήμαινε χαρμόσυνα και γιορτινά για την υποδοχή του, τον πανηγυρικό εσπερινό που ακολουθούσε και τον χορό που ξεκινούσε αμέσως μετά την λειτουργία, στην εκκλησία απ’ έξω και που κρατούσε ώρες και ώρες, ως την βαθειά νύχτα…Κι η μάνα μου πάντα ακούραστη, να μπαινοβγαίνει ολόχαρη, με τα πιάτα γεμάτα με όλα τα καλά από το χωράφι μας, να τους κερνά όλους : καρπούζες, πιπόνια, ροδάκινα, σταφύλια, αλλά και κρέμες, ρυζόγαλα, ματσόγαλα, γιαούρτια, που έφτιαχνε από τα γάλατά μας … μαζί και με τον απαραίτητο κορμό της Αγιάς Μαρίνας, φυσικά !…11) Η τότε νεολαία του χωριού μας όλη ενωμένη, με κορμό τους Αγροτόπαιδες, χόρευε μια τεράστια ποικιλία χορών : τσα-τσα, τσάρλεστον, βαλς, τανγκό, μπόσα-νόβα, χάλι-γκάλι, φοξ-τροτ, γιάγκα και τόσους άλλους χορούς…Ρουφούσα με τα παιδικά μάτια μου το κέφι τους, λες κι ήξερα ήδη τότε, πως δεν θα ξανάβλεπα κάτι με τόση συναισθηματική ένταση…12) Υπήρχαν οι χαρακτηριστικοί τύποι χωριανών, γλετζέδων-χωρατατζήδων, που έδιναν αληθινά ρεσιτάλ χορών αλλά και αστείων επιδείξεων, που με τις κινήσεις τους και τις μιμήσεις τους, έκαναν τους πάντες να ξεκαρδίζονται στα γέλια, κι έκαναν εμάς τους «μικρολοούς», να μην χορταίνουμε να τους απολαμβάνουμε…13) Η νύχτα μας της Αγιάς Μαρίνας, τελείωνε για μένα και τον αδελφό μου αργά την νύχτα, λίγο πριν να τελειώσει ο χορός, όταν πια έμεναν στην πίστα οι τελευταίοι ξενύχτηδες, και οι γονείς μας, μας έστελλαν στο κρεββάτι…Αποκοιμιόμασταν, με το ίδιο σχεδόν κάθε χρόνο, ρεπερτόριο της ορχήστρας, καμωμένο από τις ίδιες βαριές ζειμπεκιές, των ίδιων βαρύ-γλετζέδων… “Ένας μάγκας στον Βοτανικό”, “Γιατί σκληρή γειτόνισσα, αφού σου τηλεφώνησα” κλπ, κλπ.14) Φοιτήτρια στο Πανεπιστήμιο της Παβίας, κατάφερα και άλλαξα ολόκληρη εξεταστική περίοδο, για να είμαι εδώ, στην χάρη της : παρόλη την ντροπή μου, πήρα το θάρρος και παρακάλεσα τον καθηγητή να αλλάξει την ημερομηνία της εξέτασης, διότι, – του είπα και το εννοούσα – υπήρχε ζήτημα σοβαρότατο, γι αυτό…Πού νά ‘ξερε ο άνθρωπος, τί ήταν για μένα το σοβαρότατο ζήτημα!…Γιατί σας τα έγραψα όλα αυτά τώρα, Αγαπημένοι μου Φίλοι ;
Γιατί και αύριο, όπως και κάθε χρόνο, ανήμερα το πρωί, θα πάω με το πεντάρτι μου, στην Αγαπημένη μου Γειτόνισσα, την Αγιά Μαρίνα μου, που γιορτάζει!Γιατί σ’ όλη τη ζωή μου, ό,τι κι αν γίνει, κάθε χρόνο στην χάρη της, θέλω να είμαι πάντα εκεί, να καμαρώνω και να χαίρομαι, που λάμπει το Σπίτι της, με το αναστηλωμένο, παλαιό, ξύλινο, ζωγραφιστό, προγονικό τέμπλο και το ανασκαμμένο και συντηρημένο, παλαιό, βοτσαλωτό της δάπεδο!Για να ξέρει η Αγιά Μαρίνα μου πως, ό,τι κι αν γίνει, ο Κόσμος της έτσι όπως εγώ τον γνώρισα ως παιδί, δεν θα αλλοιωθεί ποτέ και θα ζει για πάντα μέσα μου, εκεί όπου είναι, το πιο γλυκό και φωτεινό κομμάτι της ψυχής μου!Καλή Αγιά Μαρίνα, Παραδείσι μου! Καλή Αγιά Μαρίνα, απανταχού Παραδεισιώτες και Παραδεισιώτισσες!Καλή Αγιά Μαρίνα, Αγαπημένοι μου Φίλοι
Ευαγγελία Μ. Παναή Φιλόλογος–ΕπιχειρηματίαςΔημιουργός και Υπεύθυνη του Μουσείου Παράδοσης και Αγροτικής Ζωής Ρόδου Παραδεισιώτισσα

